παρεχομένου

παρεχομένου
παρέχω
hand over
pres part mp masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • υδρονομέας — ο, Ν 1. υπάλληλος τής υδρονομικής υπηρεσίας τής αγροφυλακής, ο οποίος επιτηρεί και ελέγχει την κανονική ροή τών αρδευτικών υδάτων και τη διανομή τους και έχει την προστασία τους, καθώς και τη διαφύλαξη τών σχετικών εγγειοβελτιωτικών έργων 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”